τριτανακοπή
Προφορά
Ετυμολογία
τριτανακοπή τρίτος + ανακοπή
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η τριτανακοπή
✦ ένδικο μέσο που ασκείται από τρίτον ενδιαφερόμενον, ο οποίος θίγεται από δικαστική απόφαση που εξεδόθη μεταξύ άλλων διαδίκων
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–