σύκο
Προφορά
Ετυμολογία
σύκο αρχαία ελληνική σῦκον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το σύκο
✦ ο καρπός της συκιάς, μαλακό και γλυκό φρούτο, γεμάτο μικρούς σπόρους, που τρώγεται νωπό και αποξηραμένο
✦ φρ. λέω τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη, μιλώ απερίφραστα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–