συμμαχητής


συμμαχητής
Προφορά

Ετυμολογία
συμμαχητής συν + μαχητής

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο συμμαχητής

✦ θηλ. συμμαχήτρια ο μαζί με άλλον ή άλλους μαχόμενος, συμπολεμιστής
✦ (γεν.) συνεργάτης

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.