σταυρικός
Προφορά
Ετυμολογία
σταυρικός μεταγενέστερη ελληνική σταυρικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ σταυρικός -ή, -ό
✦ που έχει σχήμα σταυρού
✦ που γίνεται στο σταυρό ως θανατικό όργανο: σταυρικό μαρτύριο – σταυρικός θάνατος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–