σκληρόκαρδος


σκληρόκαρδος
Προφορά

Ετυμολογία
σκληρόκαρδος σκληρός + καρδία

Ερμηνεία
επίθετο┘ σκληρόκαρδος -η, -ο

✦ που έχει σκληρή καρδιά, άσπλαχνος

Συνώνυμα
σκληρόψυχος, άπονος, ανελέητος
Αντίθετα
πονετικός, σπλαχνικός, ελεητικός
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.