σεξπιρίστρια


σεξπιρίστρια
Προφορά

Ετυμολογία
σεξπιρίστρια Σέξπιρ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο σεξπιρίστρια

✦ θηλ. σεξπιρίστρια αυτός που μελετά ή έχει μελετήσει τη ζωή και το έργο του Σέξπιρ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.