πολύανδρος
Προφορά
Ετυμολογία
πολύανδρος αρχαία ελληνική πολύανδρος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ πολύανδρος -η, -ο
✦ πολυάνθρωπος
✦ (για γυναίκα) που έχει πολλούς άνδρες (συζύγους ή εραστές)
✦ (για άνθος) που έχει πολλούς στήμονες
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–