πολυκάντηλο
Προφορά
Ετυμολογία
πολυκάντηλο πολυκάνδηλον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το πολυκάντηλο
✦ πολύφωτο που χρησιμοποιείται ιδιαίτερα στις εκκλησίες, πολυέλαιος: ο ουρανός… το μέγα πολυκάντηλο μες στο ναό της φύσης (Διον. Σολωμός)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–