ποικιλόμορφος


ποικιλόμορφος
Προφορά

Ετυμολογία
ποικιλόμορφος αρχαία ελληνική ποικιλόμορφος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ποικιλόμορφος -η, -ο

✦ που έχει ή παρουσιάζει ποικίλες μορφές

Συνώνυμα

Αντίθετα
ομοιόμορφος
Επιρρήματα
ποικιλόμορφα (Κ ποικιλομόρφως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.