παρατατικός


παρατατικός
Προφορά

Ετυμολογία
παρατατικός μεταγενέστερη ελληνική επίθετο παρατατικός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο παρατατικός

✦ χρόνος του ρήματος που δηλώνει πράξη η οποία γινόταν σε διάρκεια, στο παρελθόν

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.