παραίτηση
Προφορά
Ετυμολογία
παραίτηση αρχαία ελληνική παραίτησις
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η παραίτηση
✦ εκούσια εγκατάλειψη δικαιώματος, θέσης, αξιώματος κτλ.
✦ το έγγραφο με το οποίο δηλώνεται η βούληση του παραιτούμενου
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–