παράδειγμα
Προφορά
Ετυμολογία
παράδειγμα αρχαία ελληνική παράδειγμα
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το παράδειγμα
✦ υπόδειγμα, πρότυπο για μίμηση
✦ πάθημα που χρησιμεύει ως μάθημα
✦ δείγμα, απόδειξη
✦ περίπτωση γενικής αρχής, νόμου, κανόνα κτλ.
✦ φρ. επί παραδείγματι – παραδείγματος χάρη κ. συντομ. π.χ. για απόδειξη ή επιβεβαίωση
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–