ούπα Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply ούπαΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/ούπα.mp3Ετυμολογίαούπα – Η ετυμολογία λείπει. Ερμηνεία ούπα ✦ άκλ. ουσ. εξάρτημα με εσωτερικό σπείρωμα στο οποίο στερεώνεται βίδα Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–