οστεογόνος


οστεογόνος
Προφορά

Ετυμολογία
οστεογόνος οστούν + γίγνομαι

Ερμηνεία
επίθετο┘ οστεογόνος -ος, -ο

✦ που παράγει οστό, που διαπλάθει τον οστίτη ιστό: οστεογόνο κύτταρο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.