ονηγός


ονηγός
Προφορά

Ετυμολογία
ονηγός μεταγενέστερη ελληνική ὀναγός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ονηγός

✦ ο οδηγός όνου, ονηλάτης

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.