ολοστόλιστος


ολοστόλιστος
Προφορά

Ετυμολογία
ολοστόλιστος όλος + στολίζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ ολοστόλιστος -η, -ο

✦ ο γεμάτος στολίδια

Συνώνυμα
καταστόλιστος
Αντίθετα
αστόλιστος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.