οδομετρικός


οδομετρικός
Προφορά

Ετυμολογία
οδομετρικός οδομετρία

Ερμηνεία
επίθετο┘ οδομετρικός -ή, -ό

✦ που ανήκει ή αναφέρεται στην οδομετρία ή το οδόμετρο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.