οδοιπόρος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply οδοιπόροςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/οδοιπόρος.mp3Ετυμολογίαοδοιπόρος αρχαία ελληνική ὁδοιπόρος Ερμηνείαουσιαστικό└αρσενικό ή θηλυκό┘ ο, η οδοιπόρος ✦ πεζοπόρος, ταξιδιώτης, στρατοκόπος Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–