νηολόγιο
Προφορά
Ετυμολογία
νηολόγιο ναυς + κατάλ. -λόγιον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το νηολόγιο
✦ ειδικό δημόσιο βιβλίο που τηρείται από τις λιμενικές αρχές ενός κράτους, στο οποίο καταγράφονται τα εμπορικά πλοία και πλοιάρια που φέρουν τη σημαία του κράτους
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–