μερεμετίζω


μερεμετίζω
Προφορά

Ετυμολογία
μερεμετίζω μερεμέτι

Ερμηνεία
ρήμα μερεμετίζω

✦ επισκευάζω, επιδιορθώνω: μπαλώνουν τα χαλασμένα δίχτυα… μερεμετίζουν τα σκισμένα πανιά (Στρ. Μυριβήλης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.