μαρκίζα
Προφορά
Ετυμολογία
μαρκίζα └γαλλ┘ marquise
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η μαρκίζα
✦ προεξοχή στέγης, γείσο
✦ προεξοχή σε εξωτερικό τοίχο οικοδομήματος, πάνω από εισόδους ή παράθυρα για προφύλαξη από τη βροχή και τον ήλιο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–