μαθηματικά
Προφορά
Ετυμολογία
μαθηματικά πληθ. └ουδ┘ του αρχαίου ελληνικού επιθ. μαθηματικός
Ερμηνεία
μαθηματικά
✦ ουσ. η επιστήμη των αριθμών, των σχημάτων και των φυσικών μεγεθών, που μελετά τις μεταξύ τους σχέσεις καθώς και τις σχέσεις τους στο χώρο και στο χρόνο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–