λέκιθος


λέκιθος
Προφορά

Ετυμολογία
λέκιθος αρχαία ελληνική λέκιθος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η λέκιθος

✦ το σύνολο των στοιχείων ώριμου ωαρίου
✦ ο κρόκος του αβγού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.