κτήμα


κτήμα
Προφορά

Ετυμολογία
κτήμα αρχαία ελληνική κτῆμα

Ερμηνεία
κτήμα

✦ το αντικείμενο της ιδιοκτησίας
✦ (ειδ.) ιδιόκτητη αγροτική έκταση, υποστατικό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.