κοκωβιός


κοκωβιός
Προφορά

Ετυμολογία
κοκωβιός αρχαία ελληνική κωβιός, με δίπλωση της πρώτης συλλαβής

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο κοκωβιός

✦ είδος ψαριού
✦ (μτφ. για πρόσ.) ανόητος, ελαφρόμυαλος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.