κατόρθωμα


κατόρθωμα
Προφορά

Ετυμολογία
κατόρθωμα αρχαία ελληνική κατόρθωμα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το κατόρθωμα

✦ επιτυχία ύστερα από πολύ κόπο, άθλος
✦ πράξη γενναία, ανδραγάθημα
✦ (ειρων.) μη αποδεκτή πράξη ή ενέργεια: τα τελευταία του κατορθώματα ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.