κατσούλα


κατσούλα
Προφορά

Ετυμολογία
κατσούλα ρουμαν. caciula ή └λατιν┘ casula

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κατσούλα

✦ κωνικό κάλυμμα της κεφαλής, σκούφια, κουκούλα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.