καλοπίχερος


καλοπίχερος
Προφορά

Ετυμολογία
καλοπίχερος μεσαιωνική ελληνική καλοπίχερος

Ερμηνεία
επίθετο┘ καλοπίχερος -η, -ο

✦ τυχερός, που έχει καλό χερικό
✦ έντιμος, χρηστός
✦ εύπορος: καλούσε μια φωνή τους καλοπίχερους να το στρίβουν, ν’ ασφαλίσουνε τα κέρδη τους (Π. Πρεβελάκης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.