καλομαθαίνω
Προφορά
Ετυμολογία
καλομαθαίνω καλός + μαθαίνω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ καλομαθαίνω
✦ μαθαίνω καλά
✦ συνηθίζω κάποιον ή συνηθίζω ο ίδιος στην καλοπέραση: τον καλομάθανε οι γονιοί του και τώρα που βρέθηκε μονάχος, δύσκολα περνά – καλόμαθε η γριά στα σύκα (παροιμ. φρ.)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
κακομαθαίνω
Επιρρήματα
–