ισοζυγίζω


ισοζυγίζω
Προφορά

Ετυμολογία
ισοζυγίζω ίσος + ζυγίζω

Ερμηνεία
ισοζυγίζω

✦ κ. ισοζυγίζω ρ. (ισοζύγ-ισα, -ιάστηκα, -ιασμένος) κάνω δυο πράγματα να έχουν το ίδιο βάρος
✦ ισορροπώ

Συνώνυμα
ισοσταθμίζω
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.