ιππεύω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply ιππεύωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/3/ιππεύω.mp3Ετυμολογίαιππεύω αρχαία ελληνική ἱππεύω Ερμηνεία└ρήμα┘ ιππεύω ✦ ανεβαίνω σε άλογο, καβαλικεύω ✦ πηγαίνω έφιππος, κάνω ιππασία ✦ κάθομαι ιππαστί, καβαλικευτά Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–