ιμπρεσάριος


ιμπρεσάριος
Προφορά

Ετυμολογία
ιμπρεσάριος └ιταλ┘impresario

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ιμπρεσάριος

✦ επιχειρηματίας που αναλαμβάνει την οργάνωση συναυλιών, θεατρικών παραστάσεων κτλ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.