θερμοσίφωνο


θερμοσίφωνο
Προφορά

Ετυμολογία
θερμοσίφωνο θερμός + σίφων• απόδοση του └γαλλ┘ όρου thermosiphon

Ερμηνεία
θερμοσίφωνο

✦ (Κ θερμοσίφων, -ωνος) ηλεκτρική συσκευή του σπιτιού για το ζέσταμα νερού σε συνεχή ροή

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.