ηλεκτροακουστική


ηλεκτροακουστική
Προφορά

Ετυμολογία
ηλεκτροακουστική ηλεκτρο- + ακουστική• απόδοση του └αγγλ┘όρου electroacoustic

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ηλεκτροακουστική

✦ κλάδος της ηλεκτρονικής τεχνολογίας που ασχολείται με την έρευνα και τις εφαρμογές της μετατροπής της ακουστικής ενέργειας σε ηλεκτρική και αντιστρόφως

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.