ζαμάνι
Προφορά
Ετυμολογία
ζαμάνι └τουρκ┘zaman
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το ζαμάνι
✦ μεγάλο χρονικό διάστημα· εύχρ. στη φρ. καιροί και ζαμάνια: είχανε καιρούς και ζαμάνια να ξαπλωθούν σε στρώμα (Π. Πρεβελάκης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–