ζαβός
Προφορά
Ετυμολογία
ζαβός κατά Κοραή μεταγενέστερη ελληνική Σάβος ή Σαβός (= βακχεύων, τρελός)
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ζαβός -ή, -ό
✦ στραβός
✦ δύστροπος, ανάποδος, κακός: φταίει το ζαβό το ριζικό μας (Κ. Βάρναλης)
✦ ανόητος, βλάκας
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
ζαβά