ευπροσήγορος
Προφορά
Ετυμολογία
ευπροσήγορος αρχαία ελληνική εὐπροσήγορος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ευπροσήγορος -η, -ο
✦ προσηνής, που μιλά με καλό και γλυκό τρόπο, γλυκομίλητος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
ευπροσηγόρως, με καλό και γλυκό τρόπο ομιλίας, με προσήνεια:ήλπιζε δε ότι, αν εφέρετο ευπροσηγόρως, ηδύνατο να ωφεληθεί εξ αυτών (Αλ. Παπαδιαμάντης)