ευθεία


ευθεία
Προφορά

Ετυμολογία
ευθεία αρχαία ελληνική εὐθεῖα, └θηλ┘ του επιθέτου εὐθύς

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ευθεία

✦ η ίσια γραμμή, η συντομότερη ανάμεσα σε δύο σημεία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.