ερυθρίαση


ερυθρίαση
Προφορά

Ετυμολογία
ερυθρίαση αρχαία ελληνική ἐρυθρίασις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ερυθρίαση

✦ κοκκίνισμα του δέρματος, ιδ. του προσώπου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.