επιλήσμων


επιλήσμων
Προφορά

Ετυμολογία
επιλήσμων αρχαία ελληνική ἐπιλήσμων

Ερμηνεία
επιλήσμων

✦ -ων, -ον (-ονος) επίθ. που εύκολα ξεχνά, ξεχασιάρης
✦ (ειδ.) αδιάφορος για κάτι που όφειλε να θυμάται: επιλήσμων των καθηκόντων του

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.