εξατμιστήρας Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply εξατμιστήραςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/2/εξατμιστήρας.mp3Ετυμολογίαεξατμιστήρας εξατμίζω Ερμηνείαουσιαστικό└αρσενικό┘ ο εξατμιστήρας ✦ (τεχνολ.) συσκευή για τη μετατροπή υγρών σε ατμό ✦ συσκευή για την αποβολή ατμού ή άλλων αερίων Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–