εντελβάις
Προφορά
Ετυμολογία
εντελβάις └γερμ┘ Edelweiss
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└άκλιτο┘ το εντελβάις
✦ πολυετές, ποώδες φυτό με λογχοειδή, τριχωτά, άσπρα φύλλα, που ευδοκιμεί στις αλπικές περιοχές της Ευρώπης και Ν. Αμερικής
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–