ενοικιοστάσιο
Προφορά
Ετυμολογία
ενοικιοστάσιο ενοίκιον + ίστημι
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το ενοικιοστάσιο
✦ (νομ.) αναγκαστική, για τον ιδιοκτήτη, παράταση των μισθώσεων επιβαλλόμενη από την πολιτεία σε εξαιρετικές περιστάσεις
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–