εμετός
Προφορά
Ετυμολογία
εμετός αρχαία ελληνική ἔμετος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο εμετός
✦ αντανακλαστικό φαινόμενο κατά το οποίο εκβάλλεται από το στόμα το περιεχόμενο του στομάχου
✦ (μτφ. ) αίσθημα αηδίας
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–