εκτόπλασμα
Προφορά
Ετυμολογία
εκτόπλασμα εκτός + πλάσμα
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το εκτόπλασμα
✦ πλάσμα, ψυχικό ρευστό που βγαίνει από το σώμα (κατά τα υποστηριζόμενα από τους αποκρυφιστές) ορισμένων μέντιουμ κατά τη στιγμή που βρίσκονται σε δράση
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–