εκπροσωπώ
Προφορά
Ετυμολογία
εκπροσωπώ εκπρόσωπος
Ερμηνεία
└ρήμα┘ εκπροσωπώ -είς, -εί
✦ ενεργώ ή παρίσταμαι για λογαριασμό άλλου, αντιπροσωπεύω
✦ (μτφ. ) είμαι ο εκφραστής ορισμένης αντιλήψεως, ιδέας: εκπροσωπεί τις συντηρητικές τάσεις
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–