δρέπω


δρέπω
Προφορά

Ετυμολογία
δρέπω αρχαία ελληνική δρέπω

Ερμηνεία
ρήμα δρέπω

✦ (για άνθη, φυτά, καρπούς) κόβω: δρέψατε πάλιν, ερασταί ευδαίμονες, ναρκίσσους (Αχ. Παράσχος)
(μτφ. ) απολαμβάνω, αποκομίζω: δρέπει δάφνες με το έργο του – να δρέψετε βλέμματα θαυμασμού (Β. Μοσκόβης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.