διονυσιαστής


διονυσιαστής
Προφορά

Ετυμολογία
διονυσιαστής αρχαία ελληνική διονυσιαστής

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο διονυσιαστής

✦ που αγαπά τις ζωηρές διασκεδάσεις, γλεντοκόπος

Συνώνυμα
ξεφαντωτής
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.