δίπτερος


δίπτερος
Προφορά

Ετυμολογία
δίπτερος αρχαία ελληνική δίπτερος

Ερμηνεία
επίθετο┘ δίπτερος -η, -ο

✦ που έχει δύο φτερά
✦ πληθ. ουδ. δίπτερα, ως ουσ., οικογένεια εντόμων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.