γκι
Προφορά
Ετυμολογία
γκι └γαλλ┘ gui
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└άκλιτο┘ το γκι
✦ παρασιτικό φυτό, αειθαλές· φύεται στο έλατο, τις μηλιές, λεύκες, ιτιές κτλ. Χρησιμοποιείται για τη διακόσμηση των σπιτιών κατά τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς: το γκι ήταν ιερό φυτό των Γαλατών
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–